Ἡ σταύρωση νικᾶ τόν θάνατο

Ἡ σταύρωση νικᾶ τόν θάνατο

Κάλλιστος Γουέαρ (πίσκοπος Διοκλείας)

Ὁ ἅγ. Ἰωάννης κάνει τὴν εἰσαγωγὴ τῆς διήγησής του γιά τὸ Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ τὸ Πάθος µ’ αὐτὰ τὰ λόγια: «...ἀγαπήσας τοὺς ἰδίους τοὺς ἐν τῷ κόσµῳ, εἰς τέλος ἠγάπησεν αὐτούς» (Ἰω. 13,1). Τὸ ἑλληνικὸ κείµενο λέει εἰς τέλος, ποὺ σηµαίνει «ὥς τὸ τέλος», «ὥς τὸ ἔσχατο σηµεῖο». Κι αὐτὴ ἡ λέξη τέλος ἐπαναλαµβάνεται ἀργότερα στήν τελευταία κραυγὴ τοῦ Χριστοῦ πάνω στό Σταυρό: «Τετέλεσται» (Ἰώ. 19,30). Αὐτὸ πρέπει νά ἐννοηθεῖ ὄχι σὰν κραυγὴ αὐτοεγκατάλειψης ἤ ἀπόγνωσης, ἀλλὰ σὰν κραυγὴ νίκης: Τελείωσε, κατορθώθηκε, ἐκπληρώθηκε!

Τὶ ἐκπληρώθηκε; Ἀπαντᾶµε: Τὸ ἔργο τῆς ὀδυνώµενης ἀγάπης, ἡ νίκη τῆς ἀγάπης πάνω στό µῖσος. Ὁ Ἰησοῦς, ὁ Θεὸς µας, ἀγάπησε τοὺς δικοὺς του ὥς τὸ ἔσχατο σηµεῖο. Ἀπὸ ἀγάπη δηµιούργησε τὸν κόσµο, ἀπὸ ἀγάπη γεννήθηκε σὰν ἄνθρωπος µέσα σ’ αὐτὸ τὸν κόσµο, ἀπὸ ἀγάπη πῆρε πάνω του τή διασπασµένη ἀνθρώπινη φύση µας καὶ τὴν ἔκανε δικὴ του. Ἀπὸ ἀγάπη ταυτίστηκε µ’ ὅλη µας τὴν ἀπελπισία.

Ἦταν θεληµατικὴ ἀγάπη κι ὄχι καταναγκασµὸς αὐτό πού ἔφερε τὸν Ἰησοῦ στό θάνατό του. Στήν ἀγωνία του µέσα στόν κῆπο καὶ στή Σταύρωσή του οἱ σκοτεινὲς δυνάµεις τοῦ ἐπιτίθενται µ’ ὅλη τους τὴν ὁρµή, ἀλλὰ δέν µποροῦν ν’ ἀλλάξουν τή συµπόνια του σὲ µῖσος. Δέν µποροῦν νά ἐµποδίσουν τὴν ἀγάπη του νά συνεχίσει νά εἶναι ἡ ἴδια. Ἡ ἀγάπη του δοκιµάζεται ὥς τὸ ἔσχατο σηµεῖο, ἀλλὰ δέν καταπνίγεται.

Ἡ γεµάτη ἀγάπη ταπείνωση εἶναι µιά τροµερὴ δύναµη. Ὅποτε θυσιάζουµε κάτι ἤ ὑποφέρουµε, ὄχι µέ αἴσθηση ἐπαναστατικῆς πίκρας, ἀλλὰ µὲ τή θέλησή µας καὶ ἀπὸ ἀγάπη, αὐτὸ µᾶς κάνει πιὸ δυνατοὺς κι ὄχι πιὸ ἀδύνατους. Αὐτὸ σηµαίνει προπάντων στήν περίπτωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. «Ἡ ἀδυναµία του ἦταν ἀπὸ δύναµη», λέει ὁ ἅγ. Αὐγουστῖνος. Ἡ δύναµη τοῦ Θεοῦ φαίνεται ὄχι τόσο πολὺ µέσα στή δηµιουργία τοῦ κόσµου ἤ µέσα στά θαύµατά του, ὅσο στό γεγονὸς ὅτι ἀπὸ ἀγάπη ὁ Θεὸς «ἐκένωσεν ἑαυτόν» (Φιλ. 2,7), πρόσφερε τὸν ἑαυτὸ του, µὲ γενναιόδωρη αὐτοδιάθεση, µὲ τή δική του ἐλεύθερη ἐκλογὴ, συγκατανεύοντας νά ὑποφέρει καὶ νά πεθάνει.

Ἑποµένως ἡ ὀδύνη τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ θάνατος ἔχουν ἀντικειµενικὴ ἀξία. Ἔκανε γιά µᾶς κάτι πού θὰ ἤµασταν τελείως ἀνίκανοι νά κάνουµε δίχως αὐτόν. Ταυτόχρονα δέν θὰ ἔπρεπε νά λέµε ὅτι ὁ Χριστὸς ὑπέφερε «ἀντὶ γιά µᾶς», ἀλλ’ ὅτι ὑπέφερε γιά χάρη µας. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὑπέφερε «ἕως θανάτου», ὄχι γιά ν’ ἀπαλλαγοῦµε ἐµεῖς ἀπ’ τὴν ὀδύνη, ἀλλὰ γιά νά εἶναι ἡ ὀδύνη µας σὰν τή δική του. Ὁ Χριστὸς δέν µᾶς προσφέρει ἕνα δρόµο πού παρακάµπτει τὴν ὀδύνη, ἀλλὰ ἕνα δρόµο µέσα ἀπ’ αὐτήν. Ὄχι ὑποκατάσταση, ἀλλὰ λυτρωτικὴ συµπόρευση.
Μὲ τὰ λόγια τῆς Julian τοῦ Norwich: Θά’ θελες νά µάθεις τὸ νόηµα τοῦ Κυρίου σου πάνω σ’ αὐτὸ τὸ πρᾶγµα; Μάθε το καλά: Ἡ ἀγάπη ἦταν τὸ νόηµά του. Ποιός στό ἔδειξε; Ἡ ἀγάπη. Τὶ σοῦ ἔδειξε ἐκεῖνος; Ἀγάπη. Γιατὶ στό ἔδειξε; Ἀπὸ ἀγάπη. Κρατήσου ἀπ’ αὐτὸ καὶ θὰ µάθεις περισσότερα. Ἀλλά ποτέ δέν θὰ ξέρεις οὔτε θὰ µάθεις µέσα σ’ αὐτὸ τίποτ’ ἄλλο.

Τότε εἶπε ὁ καλὸς µας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός: Εἶσαι εὐχαριστηµένος πού ὑπέφερα γιά σένα; Εἶπα: Ναί, Κύριέ µου, σ’ εὐχαριστῶ. Ναί, Κύριέ µου, ἂς εἶσαι εὐλογηµένος. Τότε εἶπε ὁ Ἰησοῦς, ὁ Κύριος: Ἂν ἐσὺ εἶσαι εὐχαριστηµένος, εἶµαι κι ἐγὼ εὐχαριστηµένος: εἶναι µιά χαρά, µιά εὐδαιµονία, µιά ἀτελείωτη ἱκανοποίηση γιά µένα τὸ ὅτι κάτι ὑπέφερα γιά σένα. Κι ἂν µποροῦσα νά ὑποφέρω περισσότερο, θὰ ὑπέφερα περισσότερο.

Σχόλια

Αρχειοθήκη

Εμφάνιση περισσότερων